Μικτή καύση βιομάζας / απορριμμάτων με λιγνίτη – Προοπτικές για τη Δυτική Μακεδονία

By on 04/12/2005

Οι υποχρεώσεις της Ελλάδας βάσει του πρωτόκολλου του Κυότο καθώς επίσης και η συνεχής αύξηση των τιμών του πετρελαίου καθιστούν ολοένα και πιο επιτακτική την ανάγκη για εναλλακτικά καύσιμα σε όλες τις βιομηχανικές δραστηριότητες και ιδιαίτερα στην ηλεκτροπαραγωγή. Σημαντικό ρόλο καλείται να διαδραματίσει προς αυτήν την κατεύθυνση η εφαρμογή Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και ειδικότερα η βιομάζα. Στον όρο ‘βιομάζα’ περιλαμβάνονται τα δασικά υπολείμματα που είναι προϊόντα της υλοτομίας καθώς και τα αγροτικά υπολείμματα που προκύπτουν από τις αγροτικές δραστηριότητες, όπως είναι τα σιτηρά, ελαιοπυρηνόξυλο κλπ.
Η βιομάζα δε συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και θεωρείται ότι έχει εξ ορισμού μηδενικές εκπομπές CO2, αφού τα φυτά μετά το τέλος ζωής τους αποδίδουν πάλι στο περιβάλλον το CO2 που έχουν απορροφήσει. Ένα άλλο είδος εναλλακτικών καυσίμων που έχει ευρεία χρήση στις βιομηχανίες της Β. Ευρώπης είναι και τα καύσιμα που ανακτώνται από αστικά απορρίμματα. Κι αυτά είναι σε σημαντικό ποσοστό βιοαποδομήσιμα κι επομένως θεωρούνται ότι έχουν χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι η μικτή καύση λιγνίτη και βιομάζας, δηλαδή η υποκατάσταση σε ένα ποσοστό του λιγνίτη από βιομάζα, σε υπάρχουσες λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ είναι μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιδέα. Αποτελεί μία ώριμη τεχνολογία με ευρεία εφαρμογή στις χώρες της βορειοδυτικής Ευρώπης. Παρέχει αυξημένη απόδοση και χαμηλό κόστος λειτουργίας, αφού απαιτούνται περιορισμένες τεχνικές τροποποιήσεις στις υπάρχουσες λιγνιτικές μονάδες και δίνει τη δυνατότητα εξοικονόμησης ορυκτών καυσίμων και μείωσης των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Το ποσοστό υποκατάστασης κυμαίνεται περίπου από 5 έως 10% σε ενεργειακή βάση και περιορίζεται αφενός από τεχνικά όρια – εξασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας του θερμοηλεκτρικού σταθμού – αλλά κυρίως από τις διαθέσιμες ποσότητες και το σύστημα εφοδιασμού του καυσίμου. Αξίζει να αναφερθεί ότι για έναν τυπικό ελληνικό λιγνιτικό σταθμό ηλεκτρικής ισχύος 300 MWel η υποκατάσταση 5% λιγνίτη από βιομάζα προϋποθέτει τη συνεχή παροχή περίπου 10 τόνων βιομάζας την ώρα.
Μία πειραματική σειρά μετρήσεων κατά τη διάρκεια δοκιμών μικτής καύσης ελαιοπυρηνόξυλου και λιγνίτη Μεγαλόπολης έχει πραγματοποιηθεί στη Δ.Ε.Η. σε συνεργασία με το Εργαστήριο Ατμοπαραγωγών και Θερμικών Εγκαταστάσεων του Ε.Μ.Π. Το ελαιοπυρηνόξυλο είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα των υπολειμμάτων που προέρχονται από τις γεωργικές και βιομηχανικές διεργασίες στην Ελλάδα. Οι διαθέσιμες ποσότητες αυτών των υπολειμμάτων ξεπερνούν τα 7 εκ. τόνους / έτος και το ενεργειακό δυναμικό τους ανέρχεται περίπου σε 2.7 εκ. Ι.Τ.Π. . Οι δοκιμές μικτής καύσης έλαβαν χώρα στον Ατμοηλεκτρικό Σταθμό (ΑΗΣ) Μεγαλόπολης της Δ.Ε.Η. και έδειξαν ότι το ποσοστό προσθήκης του ελαιοπυρηνόξυλου στο καύσιμο μίγμα μπορεί να ανέλθει μέχρι και 7% κατά βάρος.
Στην παρούσα χρονική περίοδο εξετάζεται η χρήση της βιομάζας ως καύσιμο υποκατάστασης για τους λιγνιτικούς σταθμούς της περιοχής της Δ. Μακεδονίας. Εκτιμάται ότι τα οφέλη που θα προέλθουν από τη μείωση των εκπομπών CO2 και η αντίστοιχη εξοικονόμηση στα δικαιώματα των εκπομπών είναι σημαντικά και μπορούν να καλύψουν την πρόσθετη επένδυση για την πραγματοποίηση του συγκεκριμένου εγχειρήματος.

www.kozani.net

Σχολιάστε αυτό το άρθρο!

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

%d bloggers like this: