Ποντιακές λέξεις με αρχαιοελληνική προέλευση: Εμάτσες με, Χι͜ονίεται & Χόνιν, Παίρ’ ο ήλον, Εφώλεψες, Εκλάδωσες

By on 27/09/2021
Δέσποινας Μιχαηλίδου -Καπλάνογλου
Η επιλογή των λέξεων της Ποντιακής διαλέκτου προέρχονται από Ποντιακούς στίχους τραγουδιών
ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ
Εποίκες με ρακόποτον
Εποίκες με ρακόποτον [αμάν]Και κρασομεθυσμένον [ούι αμάν]
Εμάτσες με το σεβνταλούκ’ [αμάν]Νε σ̌κύλ’ αφορισμένον [ούι αμάν]
Το ραχͮίν χͮι͜ονίεται [πουλί μ’]Παίρ’ ο ήλον λύεται
Σεβνταλίν το καρδόπο μ’ [πουλί μ’]Λύεται, μανίεται
Εποίκες με και -ν- εποίνα [αμάν]Καμίαν ντο ’κ’ εποίνα [ούι αμάν]
Σα ταβέρνας και -ν- απέσ’ κεσ’ [αμάν]
Πουδέν ρακίν ’κ’ εφήνα [ούι αμάν]Σεβνταλής παιδάς είμαι
Η σεβντά μ’ τρανόν πελιάν Αν ’κ’ ευρήκω το πουλί μ’
Τ’ άλλα είναι νεφιλι͜άνΣεβντά γιατί εφώλεψες [αμάν]
Αδ’ απέσ’ σο καρδόπο μ’; [ούι αμάν]
Ερίζωσες κι εκλάδωσες [αμάν]Θα σύρτς και παίρτς το ψ̌όπο μ’ [ούι αμάν]
Σεβνταλίν παιδίν είμαι Μη κατηγοράτε ’μεν.
Το καρδόπο μ’ καίεται.Να παρηγοράτε ’μεν.
ΠΟΝΤΙΑΚ ΜΑΘΕΣ.jpg
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ
Με έκανες ρακοπότη
Με έκανες ρακοπότη (αμάν) Και μεθύστακα κρασιού(αλλοίμονο)
Μου έμαθες τον έρωτα. Σκύλου αφορισμένο.
Το βουνό χιονίζεται πουλί μου.’Όταν ανατέλλει ο ήλιος λιώνει
Ερωτευμένη η καρδούλα μου πουλί μου. Λειώνει, γίνεται στάχτη.
Με έκανες και έκανα αυτό που δεν έκανα ποτέ,οχ αμάν
Στις ταβέρνες εκεί μέσα πουθενά δεν άφηνα ρακί
Ερωτευμένο παιδί είμαι ο έρωτας μου μεγάλος μπελάς είναι
αν δεν βρω το πουλί μου.
Τα άλλα είναι μάταια.’Έρωτα γιατί φώλιασες εδώ μέσα στην καρδιά μου
Ρίζωσες και έκανες κλαδιά,θα τραβήξεις και θα πάρεις την ψυχή μου.
Ερωτευμένο παιδί είμαι μη με κατηγορείτε
καίγεται η καρδιά μου,να με παρηγορήσετε.
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Εμάτσες με ,Χι͜ονίεται & Χόνιν , Παίρ’ ο ήλον ,Εφώλεψες,Εκλάδωσες ,Εφήνα.
********************************************
1.Εμάτσες με:
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Μανθάνω
Ετυμολογία : Μανθάνω -μαθαίνω < μεσαιωνική ελληνική μαθαίνω < αρχαία ελληνική ἔμαθον, αόριστος β’ τού μανθάνω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *mn̥(s)-dʰh₁- < *men- (μιμνήσκω) + *dʰeh₁- (τίθημι)
Μαθές < Κατά τον Ευάγγελο Πετρούνια, από την προστακτική μάθε του μαθαίνω, κατά τα λες, πες. Κατά τον Γεώργιο Μπαμπινιώτη (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική μαθές (αληθινά, βεβαίως) < αρχαία ελληνική προστακτική μάθε του μανθάνω και επίδραση άλλων μεσαιωνικών προστακτικών όπως ‘δές. Αναφέρει και την άποψη προέλευσης από το επίρρημα μαθών (αληθινά, φυσικά), επιρρηματική χρήση της αρχαίας μετοχής μαθών του μετοχή ενεργητικού αορίστου του ρήματος μανθάνω
Στην νεοελληνική αποδίδεται: Μου ’μαθες
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : Εκμανθάνω μαθέ, μαθές μαθεύομαι μάθημα, μαθηματάκι μαθητής
*****************************************************
2. Χι͜ονίεται,Χόνιν
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνική λέξη :Χιονίζω < χιών
Ετυμολογία Χιονίζεται -Χιών
Χιονίζει < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική χιονίζει, τρίτο ενικό πρόσωπο του ρήματος χιονίζω < χιών
Στην νεοελληνική αποδίδεται: χιονίζεται < χιόνι
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : Χιονάτη χιονάτος χιονένιος χιονιάς χιονόπτωση χιονοσκεπής
*****************************************************
3. Παίρ’ ο ήλον
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Επί + αἴρω + ήλιος
Ετυμολογία Παίρνω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική παίρνω < επαίρνω < αρχαία ελληνική επαίρω που σημαίνει σηκώνω επάνω, υψώνω
ήλιος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Ήλιος
Στην νεοελληνική αποδίδεται: ανατέλλει ο ήλιος.
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : Δυσήλιος ευήλιος ηλίανθος Ηλιαχτίδα.
********************************************
4. Εφώλεψες
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Φωλεύω
Ετυμολογία : φωλιάζω < αρχαία ελληνική φωλεύω
φωλεύω < αρχαία ελληνική (φωλιάζω, κρύβομαι) < φωλεά
Στην νεοελληνική αποδίδεται: Φώλιασες.
*****************************************************
5. Εκλάδωσες
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνική λέξη :. Κλάω
Ετυμολογία κλαδί < μεσαιωνική ελληνική κλαδί(ν) < ελληνιστική κοινή κλαδίον < κλάδιον < αρχαία ελληνική κλάδος < Κλάω
Στην νεοελληνική αποδίδεται: Έφερες κλαδιά
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : Διακλάδωση κλαδάκι κλαδίζω κλαδικά κλαδικός
*****************************************************
6. Εφήνα
Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Αφίημι
Ετυμολογία Αφήνω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀφήνω (δείτε και γραφή ἀφίνω) ή με μεταπλασμό, ή από την ελληνιστική κοινή ἀφίω < αρχαία ελληνική Αφίημι
Στην νεοελληνική αποδίδεται: Άφηνα .
Σύνθετη ή συγγενής λέξη : ἐπαφίημι ἄφεμα ἀφέσιμος.

 

Σχολιάστε αυτό το άρθρο!

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

%d bloggers like this: