Η Εκκλησία του Χριστού και η «Εκκλησία» των οικουμενιστών

By on 17/04/2019

ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ

Κάθε φορά που ομιλούμε για την Εκκλησία και για την πνευματική ζωή όπως εκφράζεται και βιώνεται στην Ορθοδοξία θεωρούμε αυτονόητο ότι η πνευματική μας Κεφαλή και το κέντρο της ζωής μας, καθώς, και ο σκοπός όλου του πνευματικού μας αγώνα είναι η αληθινή κοινωνία μας με τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό, αφού ο Θεός “αὐτὸν ἔδωκε κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τῇ ἐκκλησίᾳ”(Εφ, 1,22). Όσοι θρησκεύουν μη έχοντας τον Κύριο ως κεφαλή έχουν χάσει τον δρόμο, αφού Αυτός και μόνο είναι η Οδός. “Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή(Ιω. 14, 6). Χωρίς τον Ιησού Χριστό όμως δεν μπορούν να γνωρίζουν ούτε τον Θεό Πατέρα,οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι᾿ ἐμοῦ” (Ιω.14, 6) οὐδὲ τὸν πατέρα τις ἐπιγινώσκει εἰ μὴ ὁ υἱὸς καὶ ᾧ ἐὰν βούληται ὁ υἱὸς ἀποκαλύψαι” (Μθ.11,27). Γι’ αυτό και δεν μπορούν να πουν αληθινά “Πάτερ ἡμῶν”, διότι θα έπρεπε να έχουν μέσα στην ψυχή τους τον Παράκλητο για να κράζει “ἀββᾶ ὁ πατήρ”.

Όταν κανείς δεν αναγνωρίζει τον Σωτήρα Χριστό ως μοναδική Οδό Θεογνωσίας και Απολυτρώσεως από την αμαρτία, την φθορά και τον θάνατο, σαφώς, και δεν έχει ως οδηγό μέσα του το Άγιο Πνεύμα, διότι Αυτό μας οδηγεί στον Ιησού Χριστό και την αληθειά Του, αφού «Οὐδεὶς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν, εἰ μὴ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» (Α’Κορ. 12,3) γι’ αυτό λέγεται και Πνεύμα υιοθεσίας. Δεν μπορεί λοιπόν να ισχυρίζεται κανείς ότι είναι Χριστοκεντρικός όταν διακηρύσσει και διδάσκει ότι όλες οι θρησκείες σώζουν τον άνθρωπο. Άλλο είναι να σεβόμαστε τις επιλογές του κάθε ανθρώπου να θρησκεύει ότι και όπως θέλει -άλλωστε έχουμε ελευθερία έκφρασης και αυτοπροσδιορισμού-  και άλλο είναι να παρουσιαζόμαστε ως Ορθόδοξοι, μάλιστα, οι εκκλησιαστικοί ταγοί και ποιμένες και να λέμε ότι όλες οι θρησκείες σώζουν. Εξάπαντος δεν είναι Ορθόδοξοι όσοι ισχυρίζονται κάτι τέτοιο, οπωσδήποτε όμως είναι Οικουμενιστές! Αν οι αιρετικοί αυτοί Της Νέας Εποχής είχαν μέσα τους τον Παράλκητο που είναι το πνεύμα της Αληθείας δεν θα έσπρωχναν το ποίμνιο στην Πανθρησκεία της Νέας Τάξης Πραγμάτων και δεν θα έψαχναν σήμερα πρωτεία εξουσίας για να ισχυρίζονται ότι “ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος δεν είναι πλέον «πρώτος μεταξύ ίσων» αλλά «πρώτος άνευ ίσων” (Primus sine paribus)» κατά το παπικό πρότυπο, τώρα μάλιστα, και μέσα στην Ορθόδοξο Εκκλησία. Αν ήταν πνευματοκίνητοι από την Χάριν θα είχαν συνειδητοποιήσει πως ο Υιός και Λόγος του Θεού που προσέλαβε την ανθρώπινη φύσιν μας είναι ο Κύριος μας όχι μόνο ως Δημιουργός του σύμπαντος κόσμου αλλά είναι Αυτός που με την ενανθρώπισή Του είναι υποστασίασε την Εκκλησία, η οποία είναι Σώμα Χριστού, επομένως, είναι τὸ Α καὶ τὸ Ω στην Εκκλησία όπως μας είπε: “Ἐγώ εἰμι τὸ Α καὶ τὸ Ω (Απ. 1,8).

Διότι καθώς «ἡ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου ἐνυπόστατος σοφία καὶ δύναμις, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ὁ τῷ Πατρὶ ὁμοούσιος, οἱονεὶ θεῖος σπόρος, καὶ συνέπηξεν ἑαυτῷ (δημιούργησε για τον εαυτό του) ἐκ τῶν ἁγνῶν καὶ καθαρωτάτων αὐτῆς αἱμάτων σάρκα  ἐψυχωμένην ψυχῇ λογικῇ τε καὶ νοερᾷ, ἀπαρχὴν τοῦ ἡμετέρου φυράματος, οὐ σπερματικῶς ἀλλὰ δημιουργικῶς διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οὐ ταῖς κατὰ μικρὸν προσθήκαις ἀπαρτιζομένου τοῦ σχήματος, ἀλλ᾿ ὑφ᾿ ἓν τελειωθέντος, αὐτὸς ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος χρηματίσας τῇ σαρκὶ ὑπόστασις· οὐ γὰρ προϋποστάσῃ καθ᾿ ἑαυτὴν σαρκὶ ἡνώθη ὁ θεῖος Λόγος, ἀλλ᾿ ἐνοικήσας τῇ γαστρὶ τῆς Ἁγίας Παρθένου ἀπεριγράπτως ἐν τῇ ἑαυτοῦ ὑποστάσει ἐκ τῶν ἁγνῶν τῆς Ἀειπαρθένου αἱμάτων σάρκα ἐψυχωμένην ψυχῇ λογικῇ τε καὶ νοερᾷ ὑπεστήσατο ἀπαρχὴν προσλαβόμενος τοῦ ἀνθρωπίνου φυράματος, αὐτὸς ὁ Λόγος γενόμενος τῇ σαρκὶ ὑπόστασις».

Αυτός ήταν ο Λόγος που «ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς Δημιουργίας ὁ Θεὸς ἔκανε τὸν ἄνθρωπο κατ’ εἰκόνα δική Του γιὰ νὰ δυνηθῆ νὰ χωρέσῃ τὸ ἀρχέτυπο μὲ τὴν ἐνανθρώπιση. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ἔκτισε σύνδεσμο τοῦ νοητοῦ καὶ αἰσθητοῦ κόσμου καὶ ἀνακεφαλαίωση καὶ ἐπίλογο ὅλων τῶν κτισμάτων. Καὶ ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγορείτης: “διὰ τοῦτον τὸν σκοπόν, ἵνα ἑνωθεὶς μετ’ αὐτοῦ, ἑνωθῇ μεθ’ ὅλων τῶν κτισμάτων καὶ ἀνακεφαλαιωθῶσιν ἐν τῷ Χριστῷ οὐράνια καὶ ἐπίγεια, ὡς λέγει ὁ Παῦλος. Καὶ κτίστης καὶ κτίσις γένηται ἓν καθ’ ὑπόστασιν, κατὰ τὸν θεοφόρον Μάξιμον”». Αυτό είναι “τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό Κεφάλαιον, καί τοῦ ἀπ᾽ αἰῶνος Μυστηρίου ἡ φανέρωσις” το ότι “ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, Υἱός τῆς Παρθένου γίνεται” και σε αυτά τα πλαίσια της διδασκαλίας της Εκκλησίας ως Σώματος του Χριστού που προσέλαβε ο Υιός και Λόγος του Θεού θα έπρεπε να παραμείνει η  Ορθόδοξη Εκκλησιολογία και να μην ξεφύγει στο παπικό μοντέλο του πρωτείου, το οποίο εισήγαγαν εσχάτως νεοτερίζοντες επίσκοποι για να δώσουν άνεση στο Φανάρι να δραανεξέλεγκτα  αυθερετώντας εις βάρος άλλων τοπικών Εκκλησιών.

 

Η νέα Εκκλησιολογία όμως, όπως προωθείται ως διδασκαλία στους κόλπους της Εκκλησίας και εισάγει διαφορικό μοντέλο θεώρησης των πραγμάτων εν τη Εκκλησία δεν έχει ως κέντρο τον Κύριο μας Ιησού Χριστό αλλά τον Επίσκοπο που έχει πάρει τόση ισχύ και τέτοιο κύρος που επισκίασε τον πτωχό Ναζωραίο και τον έθεσε στο περιθώριο! «Hνέα ἐκκλησιολογία τῶν “συγχρόνων δοκίμων ἐπισκόπων”, δηλαδὴ τοῦ αἱρεσιάρχου Ἰωάννου Ζηζιούλα (καθὼς καὶ τῶν μαθητῶν του, ὅπως π.χ. ὁ Προύσης Ἐλπιδοφόρος ἢ ὁ Ἀβύδου Κύριλλος Καταρέλος), ὁ ὁποῖος ἀπὸ τὸ 1965 “διακονεῖ” τὴν ἀποδόμηση τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας εἰς ὄφελος τῆς νέας “εὐχαριστιακῆς ἐκκλησιολογίας”, πιστῆς ἀντιγραφῆς τῆς ἐκκλησιολογίας communioτῆς Β´Βατικανῆς “συνόδου” (1962-1965). Κατὰγενικὴν ὁμολογίαν νέου τύπου ἐκκλησιολογίαεἶναι καρπὸς τῆς οἰκουμενι(στι)κῆς ἀναζήτησηςμίας νέας θεώρησης ἀποδεκτῆς ἀπὸ τοὺς πάντεςτοῦ παπικο πρωτείου θεμελίωση τοῦ πρωτείουὤφειλε νὰ δομηθεῖ ἐπὶ τῆς νέου τύπουκυριαρχικῆς– θέσης τοῦ ἐπισκόπου ἐντὸς τῆςἘκκλησίαςὥστε τελικὰ  ἔννοια τοῦ πρώτου(δηλαδὴ τοῦ ἐπισκόπουνὰ λάβει (νέαθεολογικὰχαρακτηριστικάἄγνωστα ἕως τώρα στὴν ὀρθόδοξοπαράδοσημὲ ἀποτέλεσμα μία πυραμιδικοῦχαρακτῆρα κκλησιολογίασυμφώνως πρὸς τὴνὁποίαν τελικῶς πρῶτος τῶν πρώτων εἶναι πλέονἄνευ ἴσωνΣυνέπεια γιὰ τὸν ὀρθόδοξο χῶρο εἶναι καὶ ἡ πρωτοφανὴς ὀνομασία τοῦ ἑκάστοτε πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ὡς “προκαθημένου τῆς Ὀρθοδοξίας”. Ἡ τελικὴ ἕνωση μὲ τὸν παπισμὸ θ᾽ἀποκαταστήσει -κατὰ Ζηζιούλα- τὴ χαμένη ἑνότητα, ἢ πλήρη ὅπως τὴν ὀνομάζει, μὲ τὸν πάπα τελικὴ κεφαλὴ καὶ πρῶτο ὅλων» καθώς σημειώνει ο Αγιορείτης Μοναχός Επιφάνιος Καψαλιώτης σε απάντησή του προς τον Φλωρίνης Θεόκλητο σχετικά με την περιβόητη Ἐγκύκλιο τῆς Ἱ. Μ. Φλωρίνης που μας εξέπληξε τότε που κυκλοφόρησε με την αντιπατερική της Εκκλησιολογία

Αυτό το καίριο θέμα της απροκάλυπτης εισαγωγής “Πρωτείου” πλέον και στην Ορθόδοξη Εκκλησία από το Φανάρι το παρακάμπτει ο άγιος Ναυπάκτου στο τελευταίο άρθρο του με τίτλο: «Αποστολική παράδοση και Αποστολική διαδοχή στο μυστήριο της Εκκλησίας», στο οποίο σαφώς προσπαθεί να μπαλώσει τα πράγματα σχετικά με την γνωμοδότηση που χωρίς επίσημη αρμοδιότητα εισηγήθηκε στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας ως προς την θέση που πρέπει να πάρει για το εκκλησιαστικό Αυτοκέφαλο της Ουκρανίας χωρίς να διορθώσει τα όσα εισηγήθηκε. Στο άρθρο του ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κάνει μία ανάλυση των θέσεών του, τις οποίες προσπαθεί να στηρίξει στην Ορθόδοξη Παράδοση, ξεκινώντας όμως με εσφαλμένο κίνητρο και συγχέοντας έτσι τα πράγματα ακόμη περισσότερο. Θέλει να στηρίξει όσα προτείνει στο προηγούμενο κείμενο που δημοσίευσε, ώστε τελικά η Εκκλησία να αποδεχθεί το εκκλησιαστικό αυτοκέφαλο της Ουκρανίας με απόφαση «του πρώτου άνευ ίσων” (Primus sine paribus)»κατά το παπικό πρότυπο. Στην πραγματικότητα κινείται όπως και οι πατριαρχικοί. Προσπαθεί να δομήσει ένα θεολογικό οικοδόμημα, το οποίο ενώ κατά κανόνα έχει ως δομικά υλικά ορθές τις περισσότερες θεολογικές θέσεις  του στην πραγματικότητα επειδή θέλει να στήσει το γνωμικό του θέλημα καταφεύγει σε μιά περίπλοκη επιχειρηματολογία που “θεολογεί” φιλοσοφώντας με την διάνοια και δεν ορά δια του νοός μέσα στο άκτιστο Φως, ώστε η γνώμη του να είναι φωτισμένη ως προς τον τρόπο να αποφύγει η ιεραρχία την πλάνη που εισηγείται αλλά προσπαθώντας να φτάσει σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα χρησιμοποιώντας “ανώτερα μαθηματικά” όπως φαντάζεται, τα οποία όμως επειδή οι άλλοι ως υπονοεί δεν μπορούν να κατανοήσουν πρέπει να τα δεχτούν ως έχουν, ήτοι, την προτεινόμενη απ’ αυτόν λύση περί του Ουκρανικού η οποία θα περιπλέξει τα εκκλησιαστικά πράγματα με απρόβλεπτες συνέπειες. Όπως οι πατριαρχικοί έτσι και αυτός πρέπει να φτάσει σε ένα νέο μοντέλο Εκκλησιολογίας λίγο διαφορετικό, βέβαια, αλλά πάντως παραλλαγή εκείνης της Φαναριώτικης Εκκλησιολογίας. Πρόκειται στην πραγματικότητα για την μεταπατερική«νέα ἐκκλησιολογία τῶν “συγχρόνων αδοκίμων επισκόπων.

Αν, όμως είμαστε όντως Χριστοκεντρικοί πρέπει να το εννοούμε έχοντας την αναφορά μας στον Θεάνθρωπο και τότε θα έχουμε την συνείδηση ότι στην Εκκλησία είμαστε όργανα του Αγίου Πνεύματος, μάλιστα οι επίσκοποι, για να συνεχίζεται το έργο του Χριστού επί της γης και στον καιρό μας, αφού η Εκκλησία είναι ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνες. Και έτσι, εν τη πράξει με την ζωή μας, καθώς, και με το κήρυγμά μας θα είμαστε γνήσιοι εκφραστές της εν Χριστώ αποκαλύψεως. Ποιά είναι όμως τώρα στο διηνεκές παρόν της φανέρωσης του Θεού η Αποκάλυψίς Του; Δεν είναι κυρίως η τριαδική Θεοφάνεια εν τη Θεία Μυσταγωγία, καθώς τελείται η Θεία Λειτουργία; Οπωσδήποτε, η αγία Αναφορά είναι η ανακεφαλαίωσις όλου του έργου της Θείας Οικονομίας στο οποίο“ὁ Πατὴρ εὐδόκησεν· ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο· καὶ ἡ Παρθένος ἔτεκε, Θεὸν ἐνανθρωπήσαντα” επειδή συνέλαβε εκ Πνεύματος Αγίου που συνήργησε στο απολυτρωτικό έργο του Θεανθρώπου. Γράφει ο Άγιος Νείλος (Νικόλαος) ο Καβάσιλας ·«καὶ γὰρ ἐν τοῖς ψαλμοῖς καὶ ταῖς ἀναγνώσεσι καὶ πᾶσι τοῖς ὑπὸ τοῦ ἱερέως διὰ πάσης τῆς τελετῆς πραττομένοις, ἡ οἰκονομία τοῦ Σωτῆρος σημαίνεται». Πιο ειδικά στο  ΙϚʹκεφάλαιο που επιγράφεται: “Σημασία τῆς ἱερουργίας ἐν κεφαλαίῳ” γράφει: «(1.) Ἀναγκαῖον δὲ ἄνωθεν κατὰ μέρος ἐπελθεῖν τῶν ψαλμῳδιῶν τὰ ῥήματα. (2.) Ἐκεῖνο δὲ πρότερον εἰπόντας ὅτι τὸ μυστήριον τῆς τοῦ Χριστοῦ οἰκονομίας σημαίνεται μὲν διὰ τῆς θυσίας αὐτῆς, σημαίνεται δὲ καὶ διὰ τῶν πρὸ τῆς θυσίας καὶ τῶν μετὰ τὴν θυσίαν τελουμένων καὶ λεγομένων. (3.) Ἡ μὲν γὰρ θυσία τὸν θάνατον αὐτοῦ καταγγέλλει καὶ τὴν ἀνάστασιν καὶ τὴν ἀνάληψιν, ὅτε τὰ τίμια δῶρα εἰς αὐτὸ τὸ Κυριακὸν μεταβάλλει σῶμα, τὸ ἀναστάν, τὸ εἰς τὸν οὐρανὸν ἀνεληλυθός. (4.) Τὰ δὲ πρὸ τῆς θυσίας, τὰ πρὸ τοῦ θανάτου, τὴν παρουσίαν, τὴνἀνάδειξιν, τὴν τελείαν φανέρωσιν· τὰ δὲ μετὰ τὴν θυσίαν, «τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Πατρός», ὡς αὐτὸς εἶπε, τὴν τοῦ Πνεύματος εἰς τοὺς ἀποστόλους κάθοδον, τὴν τῶν ἐθνῶν δι᾿ ἐκείνων εἰς τὸν Θεὸν ἐπιστροφὴν καὶ τὴν κοινωνίαν». Λοιπόν, στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου, πρόσχωμεν την αγίαν αναφοράν, και ως προς τον τρόπο της μυσταγωγίας μας στην θεογνωσία καί όχι “διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης, κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου καὶ οὐ κατὰ Χριστόν”(Κολ.2,8).

Ο τρόπος της Ορθόδοξης Θεογνωσίας δεν είναι αγία Αναφορά μας δια του Υιού εν Αγίω Πνεύματι, καθώς μας αναφέρει ο Ιησούς Χριστός ως Μέγας Αρχιερεύς, ο οποίος «διὰ …τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ ῞Αγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος»(Εβρ.9,12) στον Θεό Πατέρα πρώτα όμως εν τη οδώ της Πίστεως που μας αποκάλυψε ως Κανόνας ΑληθείαςΔεν είναι θέμα οντολογικό για την ύπαρξή μας το, αν θα κληρονομήσουμε την όντως ζωή όχι μόνο πιστεύοντας αλλά και ομολογώντας απαραχάρακτη την πίστη που μας ενεπιστεύθη; Απ’ αυτή την ομολογία της εξ αποκαλύψεως πίστης μαρτυρείται όποιος έχει αληθινή κοινωνία με τον Θεό: «Πᾶν πνεῦμα ὃ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι καὶ πᾶν πνεῦμα ὃ μὴ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι» (Α΄ Ἰωάν.4, 2-3).

Αυτή η Πίστη την οποία ομολογούμε για να εγκεντρισθούμε στην Εκκλησία του Χριστού και να γίνουμε μέλη του Σώματος Του Χριστού με το Βάπτισμα διαφέρει από την πίστη της λατρείας που προσφέρει η Εκκλησία κατά την Θείας Ευχαριστία, η οποία είναι το αποκορύφωμά της Θείας Λατρείας; Υπάρχει κάποιος ορθόδοξος που να αμφισβητεί ότι περιεχόμενο της Πίστεως ως δογματικής διδασκαλίας που εκφράζεται στην θεολογία και των δύο Μυστηρίων του Βαπτίσματος και της Αγίας Αναφοράς εκφράζει τον ίδιο Κανόνα Αληθείας; Αν υπάρχουν κάποιοι που θέλουν να διασπάσουν την ενότητα της πίστεως, που διέπει και τα δύο Μυστήρια -πράγμα που κάνουν οι Οικουμενιστές καθώς έχουν προχωρήσει στην αμοιβαία αναγνώριση των Βαπτισμάτων με τις άλλες μη ορθόδοξες ομολογίες των Βαπτισμάτων ενώ δεν συλλειτουργούν ακόμη επισήμως- αυτοί οπωσδήποτε δεν είναι Ορθόδοξοι, αφού δεν είναι στοιχιμένοι στη διαχρονική Παράδοση της Εκκλησίας!

Χριστοκεντρικός, λοιπόν, δεν είναι όποιος έχει εξουσία στην Εκκλησία αλλά εκείνος που σηκώνει τον σταυρό της ομολογίας. Χριστοκεντρικός δεν είναι όποιος φοράει απλώς ράσα, όταν τέλος πάντων τα φοράει, γιατί έχει καθιερωθεί -μεταξύ των Οικουμενιστών- ούτε και τα ράσα τους να φορούν αλλά χριστοκεντρικός είναι εκείνος που τιμά την ιεροσύνη και την αρχιεροσύνη του σηκώνοντας τον σταυρό του Χριστού πρωτίστως με την ομολογία! Χριστοκεντρικός δεν είναι ούτε και αυτός που μιλάει για τον Θεό αλλά εκείνος, ο οποίος και στην ζωή του έργω και πράξει κρατά αυτή την ομολογία με ανόθευτη την διδασκαλία και την Παράδοση της Εκκλησίας του Χριστού και δεν ψάχνει τις εύκολες λύσεις του συμβιβασμού και της αθέμιτης οικονομίας: “τῷ δὲ ἁμαρτωλῷ εἶπεν ὁ Θεός· ἱνατί σὺ διηγῇ τὰ δικαιώματά μου καὶ ἀναλαμβάνεις τὴν διαθήκην μου διὰ στόματός σου; σὺ δὲ ἐμίσησας παιδείαν καὶ ἐξέβαλες τοὺς λόγους μου εἰς τὰ ὀπίσω” (Ψλμ. 49,16-17). Χριστοκεντρικός δεν είναι ούτε και εκείνος, ακόμη, που τελεί την Θεία Ευχαριστία όταν δεν εκφράζει δια της αγίας Αναφοράς την Πίστη που μας αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός δια της οποίας σωζόμαστε και η οποία εκφράζεται μέσα από την αγία αναφορά, αφού αυτή η θεία Λειτουργία είναι ανακεφαλαίωσις όλου του έργου της Θείας Οικονομίας. Όταν λοιπόν οι Οικουμενιστές επίσκοποι δεν είναι καν Χριστοκεντρικοί για ποιά Αποστολική Παράδοση ομιλεί και γράφει ο Άγιος Ναυπάκτου προκειμένου να δικαιολογήσει την αυθαίρετη χορήγηση αυτοκεφάλου στους σχισματικούς της Ουκρανίας;

Σχολιάστε αυτό το άρθρο!

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

%d bloggers like this: