Εφόσον η Εκκλησία σημαίνεται εν τοις μυστηρίοις, και τα μυστήρια δια του Ιησού Χριστού εν Αγίω Πνεύματι ενεργούν την Χάριν του Θεού, την κοινή ενέργεια των Προσώπων της μίας τριαδικής Θεότητας, που πηγάζει από την άκτιστη ουσία της, δεν δύναται η ενέργεια της φθοράς να υπερνικά την ενέργεια του Θεού

By on 11/09/2020

Εφόσον η Εκκλησία σημαίνεται εν τοις μυστηρίοις, και τα μυστήρια δια του Ιησού Χριστού εν Αγίω Πνεύματι ενεργούν την Χάριν του Θεού, την κοινή ενέργεια των Προσώπων της μίας τριαδικής Θεότητας, που πηγάζει από την άκτιστη ουσία της, δεν δύναται η ενέργεια της φθοράς να υπερνικά την ενέργεια του Θεού.

ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ                                                       ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ                                                                  ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ

Ὁ Δημιουργὸς καὶ Βασιλεὺς τῶν πάντων Θεός, Αὐτὸς ποὺ ὑπάρχει πάνω ἀπὸ κάθε ὕπαρξη καὶ ἀνθρώπινη σκέψη, ἐπειδὴ βέβαια εἶναι ἀγαθὸς, καὶ ὑπάρχει πάνω ἀπὸ κάθε ἄλλο κάλλος, ἀφοῦ προευπρέπισε ἕνα εἶδος βασιλικοῦ ἀνακτόρου γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔμελλε νὰ βασιλεύσῃ πάνω σὲ ὅλη τὴν κτίση, θέλησε νὰ δείξῃ τὴν ἀγαθότητά Του δημιουργώντας τον ὂν ἀπὸ δύο φύσεις· ὁρατὴ καὶ ἀόρατη, σῶμα καὶ ψυχή, νοῦ καὶ αἴσθηση, ὥστε νὰ ἀποτελῇ ἕνα κράμα, μία μίξη ἀπὸ τὰ δύο ἀντίθετα. Καὶ βέβαια αὐτὸ ἦταν γνώρισμα ἀνώτερης σοφίας. Φέρνει λοιπὸν στὴν ὕπαρξη ἄνθρωπο, ὡς δεύτερο κόσμο μέγα μέσα στὸν μικρό, τὸν καθιστᾶ πάνω στὴ γῆ ἄλλον ἄγγελο, προσκυνητὴ μικτό, ἐπόπτη τῆς ὁρατῆς κτήσεως καὶ μύστη τῆς νοητῆς, ἄρχοντα τῶν ἐπιγείων ποὺ νὰ κυβερνᾶται ὅμως ἄνωθεν, ἐπίγειο καὶ οὐράνιο, πρόσκαιρο καὶ ἀθάνατο καὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ τὸν κάνει νὰ ζητᾶ ὄχι μόνο τὰ βιωτικὰ ἀλλὰ καὶ τὰ ὑπερβατικά.Ἔχοντας διπλὴ καταβολὴ ὁ ἄνθρωπος διάκειται συγγενῶς καὶ οἰκείως πρὸς κάθε μία ἀπὸ τὶς δύο ἀπολαύσεις. Ἀπολαμβάνει τὸν Θεὸ μὲ τὴν θειότερη φύση, ἐνῶ τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς μὲ τὴν ὁμογενῆ αὐτῶν αἴσθηση. «Ἡ ἀνθρώπινη ψυχή, μολονότι στὸ κατώτερο μέρος της ἔχει κοινὰ γνωρίσματα μὲ τὴν ψυχὴ τῶν ζώων -γράφει ὁ ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος- στὸ ἀνώτερο μέρος της εἶναι μοναδικὴ καὶ ἀσύγκριτη». Ἡ ἰδιαιτερότητά της βρίσκεται στὴ δύναμη ποὺ φύσηξε ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο, ὅταν τὸν ἔπλασε. Τὸ ἀπόρρητο καὶ ζωαρχικὸ ἐκεῖνο πνεῦμα ποὺ μᾶς ἐνεφύσησε ὁ Θεὸς «ὡς δύναμη ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεό, γνωρίζει τὸν Θεό, ἐπιζητεῖ τὸν Θεὸ καὶ βρίσκει ἀνάπαυση μόνο κοντὰ στὸν Θεό».

 

Μὲ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα ὅμως ἀνατράπηκε ἡ ἀρχικὴ τάξη καὶ ἡ ὁμαλὴ ἀλληλεξάρτηση τῶν μερῶν καὶ τῶν δυνάμεων τῆς φύσεώς μας. Σαφῶς δὲν ἔπαυσαν νὰ ὑπάρχουν καὶ οἱ τρεῖς πλευρὲς τῆς ἀνθρώπινης φύσεως καὶ συνακόλουθα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς μας -ἡ σωματική, ἡ διανοητικὴ καὶ ἡ πνευματική- ὅπως καὶ οἱ ἀντίστοιχες ἐκδηλώσεις τους, ἀλλὰ καθὼς διακόπηκε ἡ κοινωνία τοῦ πνεύματός μας μὲ τὸν Θεό, διακόπηκε καὶ ἡ ἐνίσχυσή του μὲ θεία δύναμη. Αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἀποδυναμωθεῖ τὸ ἀνώτερο αὐτὸ μέρος τῆς ὑπάρξεώς μας, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ κυβερνήσει τὸ κατώτερο μέρος τῆς ψυχῆς ἀλλὰ καὶ τὸ σῶμα. Ἔτσι ἀντὶ τὸ πνεῦμα μας νὰ κυριαρχεῖ στὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα μας αἰχμαλωτίσθηκε καὶ ὑποτάχθηκε τὸ ἴδιο σὲ αὐτά. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ κυριάρχησε στὸν ἄνθρωπο ἡ διάνοια καί, μέσω τῆς διάνοιας, ἡ σαρκικότητα. Ὁ ἄνθρωπος πλέον ἀπὸ πνευματικὸς ἔγινε διανοητικὸς καὶ σαρκικός. Συνεπῶς, τὸ πρόβλημα στὸν ἄνθρωπο δὲν βρίσκεται στὸ ὅτι ἔχει τὴν διανοτικὴ καὶ σωματική του πλευρά, ἀλλὰ στὸ ὅτι αὐτὰ ποὺ ἱεραρχήθηκαν στὴ φύση μας δευτερεύοντα καὶ ὑποδεέστερα μὲ τὴν πτώση του ὁ ἄνθρωπος τὰ κατέστησε κυρίαρχα στὸ πνεῦμα του ὥστε νὰ δεσπόζουν καταδυναστευτικὰ στὴν ὕπαρξή μας κάνοντας τὴ ζωή μας ἀφύσικη καὶ ἔμπαθή. Γράφει χαρακτηριστικὰ ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος: «Ἀπὸ τὴν παράβαση τοῦ πρώτου ἀνθρώπου παρεκτράπηκαν οἱ φυσικὲς δυνάμεις τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ὁ νοῦς, ἡ διάνοια, ἡ δοξασία, ἡ φαντασία καὶ ἡ αἴσθηση, οἱ ὁποῖες συνιστοῦν τὸ τριμερὲς τῆς ψυχῆς, τὸ λογιστικό, τὸ θυμικὸ καὶ τὸ ἐπιθυμητικό. Καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο μπορεῖ μὲν νὰ συλλογίζεται ὁ ἄνθρωπος, δυσκολεύεται ὅμως νὰ συλλογίζεται ὀρθά. Μπορεῖ μὲν νὰ ἐπιθυμεῖ, ὅμως ἀνόητες ἐπιθυμίες. Μπορεῖ μὲν νὰ ὀργίζεται, θυμώνει ὅμως παράλογα. Καὶ γι’ αὐτὸ τὰ νοήματά του καὶ τὰ διανοήματα, οἱ δοξασίες καὶ οἱ φαντασίες καὶ ὅσα ἀντιλαμβάνεται μὲ τὶς αἰσθήσεις εἶναι ἀνάπηρα καὶ στραβὰ καὶ σφαλερά».

 

 

Επειδή ακριβώς έχασε την ορθή περί Θεού αντίληψη, αφού αμαυρώθηκε το κατ’ εικόνα του, χρειάζεται πλέον την αποκάλυψη του Θεού ως δρόμο για να ξαναέρθει σε κοινωνία μαζί Του και να αποκατασταθεί στο αρχαίο αξίωμα! Προς τούτο ο Υιός και Λόγος του Θεού γίνεται με την ενανθρώπισή Του για εμάς η Οδός της Θεογνωσίας!  Γι’ αυτό και ο Θεός επεμβαίνει στην ιστορία όπως γράφει στην Θεία Λειτουργία του ο Μέγας Βασίλειος: «…Οὐ γὰρ ἀπεστράφης τὸ πλάσμα σου εἰς τέλος, ὃ ἐποίησας, ἀγαθέ, οὐδὲ ἐπελάθου ἔργου χειρῶν σου, ἀλλ᾿ ἐπεσκέψω πολυτρόπως, διὰ σπλάγχνα ἐλέους σου. Προφήτας ἐξαπέστειλας· ἐποίησας δυνάμεις διὰ τῶν Ἁγίων σου, τῶν καθ᾿ ἑκάστην γενεὰν εὐαρεστησάντων σοι· ἐλάλησας ἡμῖν διὰ στόματος τῶν δούλων σου τῶν Προφητῶν, προκαταγγέλων ἡμῖν τὴν μέλλουσαν ἔσεσθαι σωτηρίαν· νόμον ἔδωκας εἰς βοήθειαν· Ἀγγέλους ἐπέστησας φύλακας. Ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τῶν καιρῶν, ἐλάλησας ἡμῖν ἐν αὐτῷ τῷ Υἱῷ σου, δι᾿ οὗ καὶ τοὺς αἰῶνας ἐποίησας· ὅς, ὢν ἀπαύγασμα τῆς δόξης σου, καὶ χαρακτὴρ τῆς ὑποστάσεώς σου, φέρων τε τὰ πάντα τῷ ῥήματι τῆς δυνάμεως αὑτοῦ, οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα σοὶ τῷ Θεῷ καὶ Πατρί· ἀλλά, Θεὸς ὢν προαιώνιος, ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη, καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη· καὶ ἐκ Παρθένου ἁγίας σαρκωθείς, ἐκένωσεν ἑαυτόν, μορφὴν δούλου λαβών, σύμμορφος γενόμενος τῷ σώματι τῆς ταπεινώσεως ἡμῶν, ἵνα ἡμᾶς συμμόρφους ποιήσῃ τῆς εἰκόνος τῆς δόξης αὑτοῦ. Ἐπειδὴ γὰρ δι᾿ ἀνθρώπου ἡ ἁμαρτία εἰσῆλθεν εἰς τὸν κόσμον, καὶ διὰ τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος, ηὐδόκησεν ὁ μονογενής σου Υἱός, ὁ ὢν ἐν τοῖς κόλποις σοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός, γενόμενος ἐκ γυναικός, τῆς ἁγίας Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, γενόμενος ὑπὸ νόμον, κατακρῖναι τὴν ἁμαρτίαν ἐν τῇ σαρκὶ αὑτοῦ· ἵνα οἱ ἐν τῷ Ἀδὰμ ἀποθνῄσκοντες, ζωοποιηθῶσιν ἐν αὐτῷ τῷ Χριστῷ σου· καὶ ἐμπολιτευσάμενος τῷ κόσμῳ τούτῳ, δοὺς προστάγματα σωτηρίας, ἀποστήσας ἡμᾶς τῆς πλάνης τῶν εἰδώλων, προσήγαγε τῇ ἐπιγνώσει σοῦ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός, κτησάμενος ἡμᾶς ἑαυτῷ λαὸν περιούσιον, βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον· καὶ καθαρίσας ἐν ὕδατι, καὶ ἁγιάσας τῷ Πνεύματι τῷ Ἁγίῳ, ἔδωκεν ἑαυτὸν ἀντάλλαγμα τῷ θανάτῳ, ἐν ᾧ κατειχόμεθα, πεπραμένοι ὑπὸ τὴν ἁμαρτίαν· καὶ κατελθὼν διὰ τοῦ Σταυροῦ εἰς τὸν ᾍδην, ἵνα πληρώσῃ ἑαυτοῦ τὰ πάντα, ἔλυσε τὰς ὀδύνας τοῦ θανάτου· καὶ ἀναστὰς τῇ τρίτῃ ἡμέρα, καὶ ὁδοποιήσας πάσῃ σαρκὶ τὴν ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασιν, καθότι οὐκ ἦν δυνατὸν κρατεῖσθαι ὑπὸ τῆς φθορᾶς τὸν ἀρχηγὸν τῆς ζωῆς, ἐγένετο ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἵνα ᾖ αὐτὸς τὰ πάντα ἐν πᾶσι πρωτεύων· καὶ ἀνελθὼν εἰς τοὺς οὐρανούς, ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τῆς μεγαλωσύνης σου ἐν ὑψηλοῖς· ὃς καὶ ἥξει, ἀποδοῦναι ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ. Κατέλιπε δὲ ἡμῖν ὑπομνήματα τοῦ σωτηρίου αὑτοῦ πάθους ταῦτα, ἃ προτεθείκαμεν ἐνώπιόν σου, κατὰ τὰς αὐτοῦ ἐντολάς…».

 

Στον λειτουργικό όμως αυτό υπομνηματισμό της Θείας Λειτουργίας διαπιστώνουμε κάτι πολύ βασικό. Υπάρχει ένα σχέδιο, μια ολόκληρη πορεία στην αποκάλυψη του Θεού! «…Οὐ γὰρ ἀπεστράφης τὸ πλάσμα σου εἰς τέλος, ὃ ἐποίησας, ἀγαθέ, οὐδὲ ἐπελάθου ἔργου χειρῶν σου, ἀλλ᾿ ἐπεσκέψω πολυτρόπως, διὰ σπλάγχνα ἐλέους σου.  Τί είναι όμως αυτή η αποκάλυψη και πώς ξεκινά; Η αποκάλυψη του Θεού στον άνθρωπο είναι η φανέρωση Του, διότι ο κτιστός και πεπερασμένος άνθρωπος δεν έχει πλέον την δυνατότητα εξ ιδίων δυνάμεων να γνωρίσει τον Θεό. Όμως το να γνωρίσει ο άνθρωπος τον Θεό είναι πρωταρχικό θέμα που αφορά την σωτηρία του και την αιώνια ζωή του, αφού όπως μας είπε ο ίδιος Κύριος: «αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν» (Ἰω. 17,3). Όμως «Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε. [Τον Θεό ποτέ κανείς δεν τον είδε].  Ὁ μονογενὴς υἱὸς ὁ ὢν ἐν τοῖς κόλποις τοῦ πατρός, αὐτὸς ἐξηγήσατο». [Ο μονογενής του Υιός, που βρίσκεται μέσα στην αγκαλιά του Πατέρα του, αυτός μας τον γνώρισε]. Και ο άγιος Ιωάννης Ο Δαμασκηνός παραθέτει την πνευματική γνώση και την σοφία του από τις γραφές: «Ἄρρητον οὖν τὸ θεῖον καὶ ἀκατάληπτον. [Το θείο λοιπόν είναι άρρητο και ακατάληπτο]. «Οὐδεὶς γὰρ ἐπιγινώσκει τὸν πατέρα εἰ μὴ ὁ υἱός, οὐδὲ τὸν υἱὸν εἰ μὴ ὁ πατήρ». [Διότι κανένας δεν γνωρίζει τον Πατέρα παρά μόνον ο Υιός· ούτε τον Υιό γνωρίζει κανείς παρά μόνον ο Πατέρας]. Καὶ τὸ πνεῦμα δὲ τὸ ἅγιον οὕτως οἶδε τὰ τοῦ θεοῦ, ὡς τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου οἶδε τὰ ἐν αὐτῷ. [Και το άγιο Πνεύμα επίσης γνωρίζει τα του Θεού, όπως το πνεύμα του ανθρώπου γνωρίζει τα του ανθρώπου]. Μετὰ δὲ τὴν πρώτην καὶ μακαρίαν φύσιν οὐδεὶς ἔγνω ποτὲ τὸν Θεόν, εἰ μὴ ᾧ αὐτὸς ἀπεκάλυψεν, [Και μετά την πρώτη εκείνη και μακάρια φύση του Αγίου Πνεύματος κανείς ποτέ δεν γνώρισε το Θεό, παρά μόνον εκείνος στον οποίο ο ίδιος ο Θεός αποκάλυψε], οὐκ ἀνθρώπων μόνον ἀλλ᾿ οὐδὲ τῶν ὑπερκοσμίων δυνάμεων καὶ αὐτῶν, φημί, τῶν Χερουβὶμ καὶ Σεραφίμ. [κανένας από τους ανθρώπους δεν τον γνώρισε ούτε από τις υπερκόσμιες δυνάμεις, ακόμη, νομίζω, και αυτά τα Χερουβίμ και τα Σεραφείμ]. Και καταλήγει σε κάτι που εδώ μας ενδιαφέρει πάρα πολύ: «Οὐκ ἀφῆκε μέντοι ἡμᾶς ὁ Θεὸς ἐν παντελεῖ ἀγνωσίᾳ· πᾶσι γὰρ ἡ γνῶσις τοῦ εἶναι Θεὸν ὑπ᾿ αὐτοῦ φυσικῶς ἐγκατέσπαρται. [Αλλά ο Θεός δεν μας άφησε σε τέλεια άγνοια. Διότι η γνώση της υπάρξεως του Θεού έχει εκ φύσεως δοθεί σε όλους μας].Με βάση αυτό μιλούμε για φυσική αποκάλυψη αφού δια της δια της φύσεως των όντων αποκαλύπτεται στην ψυχοσωματική μας φύση ο Θεός όχι ως την ουσία Του αλλά ως προς τις ενέργειές Του.

I.            Όταν ο Θεός γνωρίζεται μέσα από την Δημιουργία Του κάνουμε λόγο για Φυσική Αποκάλυψη! Πρόκειται για την φανέρωση των ιδιοτήτων του Θεού μέσα από την αισθητή κτίση. Είναι αυτό που αναφωνεί ο Προφήτης Δαυΐδ: «Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα» ψλμ.(18,2). Οι ουρανοί με την αρμονίαν και το κάλλος των διηγούνται εις κάθε άνθρωπον την δόξαν και την σοφίαν του Θεού. Ο ουρανός, που σαν στερεός θόλος περιβάλλει την γην, διακηρύττει, ότι είναι έργον του παντοδυνάμου και πανσόφου δημιουργού. Πρόκειται δηλαδή για τις άπειρες ιδιότητες του Θεού: δόξα, σοφία, δύναμη, αγαθότητα και άπειρες άλλες που μαρτυρούν για την ύπαρξη του Θεού και όχι για το ποιός συγκεκριμένα είναι αυτός ο Θεός «τὰ γὰρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπὸ κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασιν νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε αἴδιος αὐτοῦ δύναμις καὶ θειότης» (Ρωμ.1,20). Ο Θεός, ἐνῷ δὲν βλέπεται ἔχοντας ὁ ἄνθρωπος στὴν ψυχή του καὶ λόγο, ἔχει καὶ τὴ φυσικὴ γνώση αὐτοῦ τοῦ ἔμφυτου λόγου, διὰ τῆς ὁποίας πείθεται νὰ πιστέψῃ στὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, διότι ἡ γνῶσις ὅτι ὑπάρχει Θεὸς ἔχει σπαρῆ ἐκ φύσεως σὲ ὅλους μας ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό». Γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς· «ὁ Λόγος ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴ θεία ἀγαθότητα εἶναι ἀντίστοιχος μὲ τὸν ἔμφυτο σὲ μᾶς λόγο ποὺ ἐναπόκειται στὸ νοῦ μας, ἐφόσον ὁ Δημιουργὸς μᾶς ἔκανε κατ’ εἰκόνα Του· ὁ λόγος αὐτὸς εἶναι ἡ γνῶσι ποὺ συνυπάρχει πάντοτε μὲ το νοῦ». Ὁ δὲ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος λέει· «ἄλλη εἶναι ἡ γνῶσις, ἥτις προηγεῖται τῆς πίστεως, καὶ ἄλλη, ἥτις γεννᾶται ἐκ τῆς πίστεως· ἡ γνῶσις, ἥτις προηγεῖται τῆς πίστεως, ὑπάρχει γνῶσις φυσική· ἡ δὲ γνῶσις, ἥτις γεννᾶται ἐκ τῆς πίστεως, ὑπάρχει γνῶσις πνευματική, ἡ ὁποία λέγεται καὶ διάκρισις πνευματική. Φυσικὴ δὲ γνῶσις εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποῖα διακρίνει τὸ καλὸν ἀπὸ τὸ κακόν, ἥτις ὀνομάζεται καὶ διάκρισις φυσική, διὰ τῆς ὁποίας διακρίνομεν τὸ καλὸν ἀπὸ τὸ κακόν φυσικῶ ἄνευ μαθήσεως· (ἐδῶ κάνει λόγο ὁ λόγο ὁ ἅγιος γιὰ τὴ συνείδηση ὑπὸ μία ἔννοια) τὴν γνῶσιν ταύτην ἔθηκεν ὁ Θεὸς εἰς τὴν λογικὴν φύσιν τοῦ ἀνθρώπου, καὶ διὰ τῆς μαθήσεως αὐξάνει καὶ λαμβάνει προσθήκην, καὶ δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος, ὅστις νὰ μὴ ἔχῃ αὐτήν». Καὶ παρακάτω λέει· «Ἡ φυσικὴ γνῶσις, ἥτις ὑπάρχει ἡ διάκρισις τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, καὶ ἡ ὁποῖα ἐτέθη ὑπὸ τοῦ Θεοῦ εἰς τὴν φύσιν ἡμῶν, πείθει ἡμᾶς ὅτι πρέπει νὰ πιστεύομεν εἰς τὸν Θεόν». Υπάρχει όμως και υπερφυσική αποκάλυψη!

II.            Υπερφυσική αποκάλυψη του Θεού είναι η φανέρωση που έκανε ο Υιός και Λόγος του Θεού πρώτα ασάρκως, δηλαδή πριν την ενανθρώπισή Του, επομένως κατά την Παλαιά Διαθήκη και έπειτα εν σαρκί, προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύσιν μας κατά την Καινή διαθήκη.  Γι’ αυτό η υπερφυσική αποκάλυψη διακρίνεται σε αυτή που έγινε δια μέσου του Μωσαϊκού Νόμου και των άλλων Προφητών και την εν Προσώπω Αποκάλυψη του Υιού και Λόγου όπως σημειώνει ό Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός:

 

 

1.      «Καὶ διὰ νόμου μέν καὶ προφητῶν πρότερον»,

2.       «ἔπειτα δὲ καὶ διὰ τοῦ μονογενοῦς αὐτοῦ Υἱοῦ, Κυρίου δὲ καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὸ ἐφικτὸν ἡμῖν τὴν ἑαυτοῦ ἐφανέρωσε γνῶσιν. Πάντα τοίνυν τὰ παραδεδομένα ἡμῖν διά τε νόμου καὶ προφητῶν καὶ ἀποστόλων καὶ εὐαγγελιστῶν δεχόμεθα καὶ γινώσκομεν καὶ σέβομεν
οὐδὲν περαιτέρῳ τούτων ἐπιζητοῦντες»·

 

Εδώ οπωσδήποτε είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε ότι η Αποκάλυψις του Θεού είναι ενιαία, αφού ο ένας και αυτός Θεός αποκαλύπτεται απλά στην Παλαιά Διαθήκη σκιωδώς: «Σκιὰν γὰρ ἔχων ὁ νόμος τῶν μελλόντων ἀγαθῶν, οὐκ αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῶν πραγμάτων (Εβρ.10,1) ενώ στην Καινή Διαθήκη φανερά και τέλεια ως «ὁδὸν πρόσφατον καὶ ζῶσαν»! Πλέον «Μιᾷ γὰρ προσφορᾷ τετελείωκεν εἰς τὸ διηνεκὲς τοὺς ἁγιαζομένους. Μαρτυρεῖ δὲ ἡμῖν καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον· μετὰ γὰρ τὸ προειρηκέναι, αὕτη ἡ διαθήκη ἣν διαθήσομαι πρὸς αὐτοὺς μετὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, λέγει Κύριος· διδοὺς νόμους μου ἐπὶ καρδίας αὐτῶν, καὶ ἐπὶ τῶν διανοιῶν αὐτῶν ἐπιγράψω αὐτούς, καὶ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν καὶ τῶν ἀνομιῶν αὐτῶν οὐ μὴ μνησθῶ ἔτι. Ὅπου δὲ ἄφεσις τούτων, οὐκέτι προσφορὰ περὶ ἁμαρτίας. Ἔχοντες οὖν, ἀδελφοί, παρρησίαν εἰς τὴν εἴσοδον τῶν Ἁγίων ἐν τῷ αἵματι τοῦ Ἰησοῦ, ἣν ἐνεκαίνισεν ἡμῖν ὁδὸν πρόσφατον καὶ ζῶσαν διὰ τοῦ καταπετάσματος, τοῦτ’ ἔστι τῆς σαρκὸς αὐτοῦ, καὶ ἱερέα μέγαν ἐπὶ τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, προσερχώμεθα μετὰ ἀληθινῆς καρδίας ἐν πληροφορίᾳ πίστεως»(Εβρ. 10,14-22). Βασισμένοι σε αυτή την πληροφορία της πίστεως τελούμε το μυστήριο της Αγίας Αναφοράς την οποία ο Ίδιος ο Θεάνθρωπος ως ο Μέγας Αρχιερεύς προσέφερε αλλά και μας παρέδωσε να τελούμε και ως δική του ανάμνηση και ως ομολογία για το δικό Του απολυτρωτικό έργο της Θείας Οικονομίας που συνοψίζεται στην σταυρική Του θυσία και την Ανάσταση Του: «Μέλλων γὰρ ἐξιέναι ἐπὶ τὸν ἑκούσιον, καὶ ἀοίδιμον καὶ ζωοποιὸν αὑτοῦ θάνατον, τῇ νυκτί, ᾗ παρεδίδου ἑαυτὸν ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς, λαβὼν ἄρτον ἐπὶ τῶν ἁγίων αὑτοῦ καὶ ἀχράντων χειρῶν, καὶ ἀναδείξας σοὶ τῷ Θεῷ καὶ Πατρί, εὐχαριστήσας, εὐλογήσας, ἁγιάσας, κλάσας.

Ἔδωκε τοῖς ἁγίοις αὑτοῦ Μαθηταῖς καὶ Ἀποστόλοις, εἰπών· Λάβετε, φάγετε, τοῦτό μού ἐστι τὸ Σῶμα, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.

Ὁμοίως καὶ τὸ Ποτήριον ἐκ τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου λαβών, κεράσας, εὐχαριστήσας, εὐλογήσας, ἁγιάσας.

Ἔδωκε τοῖς ἁγίοις αὑτοῦ Μαθηταῖς καὶ Ἀποστόλοις εἰπών· Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τὸ Αἷμά μου, τὸ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν, καὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.

Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν· ὁσάκις γὰρ ἂν ἐσθίητε τὸν Ἄρτον τοῦτον, καὶ τὸ Ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν ἐμὸν θάνατον καταγγέλλετε, καὶ τὴν ἐμὴν Ἀνάστασιν ὁμολογεῖτε».

 

Όλα αυτά -προσέξτε- για να καταργήσει το κέντρον του θανάτου! Και γνωρίζουμε ότι το κεντρί αυτό είναι η αμαρτία: «τὸ δὲ κέντρον τοῦ θανάτου ἡ ἁμαρτία» (Α΄ Κορ. 15,56). Γι’ αυτό λέει: «Λάβετε, φάγετε, τοῦτό μού ἐστι τὸ Σῶμα, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τὸ Αἷμά μου, τὸ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν, καὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Εμείς τώρα στον λειτουργικό χωροχρόνο και δια πίστεως  με την Χάριν της ιεροσύνης, ο κλήρος αλλά μαζί με τον λαό για να είμαστε Σώμα Χριστού, η Εκκλησία, η οποία σημαίνεται εν τοις μυστηρίοις, ενεργοποιούμε όλο το έργο της Θείας Οικονομίας. Πως; «Μεμνημένοι οὖν, Δέσποτα, καὶ ἡμεῖς τῶν σωτηρίων αὑτοῦ Παθημάτων, τοῦ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, τῆς τριημέρου Ταφῆς, τῆς ἐκ νεκρῶν Ἀναστάσεως, τῆς εἰς οὐρανοὺς Ἀνόδου, τῆς ἐκ δεξιῶν σοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς Καθέδρας, καὶ τῆς ἐνδόξου καὶ φοβερᾶς δευτέρας αὐτοῦ Παρουσίας». Συνεπώς, η Εκκλησία έχει  δια της Αγίας αναφοράς την αναφορά της στο απολυτρωτικό έργο του Θεανθρώπου. Γι’ αυτό ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός συστηματοποιώντας την Πίστη της Εκκλησίας γράφει: «Ἀναμάρτητος ὢν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός –«ἁμαρτίαν γὰρ οὐκ ἐποίησεν, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ»– οὐχ ὑπέκειτο θανάτῳ, εἴπερ διὰ τῆς ἁμαρτίας εἰς τὸν κόσμον εἰσῆλθεν ὁ θάνατος. [Επειδή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός ήταν αναμάρτητος –«διότι δεν έκαμε αμαρτία, αυτός που σηκώνει τις αμαρτίες του κόσμου, ούτε είχε δολιότητα στο στόμα του»– δεν επρόκειτο να γνωρίσει θάνατο, διότι ο θάνατος εισήλθε στον κόσμο με την αμαρτία]. Θνῄσκει τοίνυν τὸν ὑπὲρ ἡμῶν θάνατον ἀναδεχόμενος καὶ ἑαυτὸν τῷ Πατρὶ προσφέρει θυσίαν ὑπὲρ ἡμῶν· αὐτῷ γὰρ πεπλημμελήκαμεν, καὶ αὐτὸν ἔδει τὸ ὑπὲρ ἡμῶν λύτρον δέξασθαι καὶ οὕτως ἡμᾶς λυθῆναι τῆς κατακρίσεως· μὴ γὰρ γένοιτο τῷ τυράννῳ τὸ τοῦ Δεσπότου προσενεχθῆναι αἷμα.[Πεθαίνει όμως, διότι αναδέχεται το θάνατο για χάρη μας και προσφέρει τον εαυτό του θυσία στον Πατέρα του για μας. Διότι αμαρτήσαμε απέναντι στον Πατέρα και έτσι αυτός έπρεπε να δεχθεί το λύτρο μας,για να ελευθερωθούμε από την καταδίκη μας· διότι δεν ήταν δυνατό ο τύραννος (διάβολος) να δεχθεί το αίμα του Δεσπότου].  Πρόσεισι τοίνυν ὁ θάνατος καὶ καταπιὼν τὸ τοῦ σώματος δέλεαρ τῷ τῆς θεότητος ἀγκίστρῳ περιπείρεται, καὶ ἀναμαρτήτου καὶ ζωοποιοῦ γευσάμενος σώματος διαφθείρεται καὶ πάντας ἀνάγει, οὓς πάλαι κατέπιεν. [Πλησιάζει, λοιπόν, ο θάνατος και αφού κατάπιε το δόλωμα του σώματος με το αγκίστρι της θεότητος, σουβλίζεται· αφού γεύτηκε το αναμάρτητο και ζωοποιό σώμα, εξοντώνεται και ελευθερώνει όλους αυτούς που παλαιά είχε καταπιεί]. Ὥσπερ γὰρ τὸ σκότος τῇ τοῦ φωτὸς ἐπεισαγωγῇ ἐξαφανίζεται, οὕτως ἡ φθορὰ τῇ τῆς ζωῆς προσβολῇ ἀπελαύνεται, καὶ γίνεται πᾶσι ζωή, φθορὰ δὲ τῷ φθείροντι». [Όπως ακριβώς το σκοτάδι διαλύεται με την εμφάνιση του φωτός, έτσι και η φθορά με την έλευση της ζωής χάνεται, και η ζωή επικρατεί παντού, ενώ η φθορά μένει σ’ αυτόν που την προξενεί].

 

Αυτό το έργο της Θείας Οικονομίας που μας απαλλάσσει από τον θάνατο και μας χαρίζει την αθανασία, αυτό το απολυτρωτικό έργο του Χριστού που εκφράζεται στο Μυστήριο της Θείας Λειτουργίας όχι αναμνησιακά αλλά Αγιοπνευματικά μέσα από το λειτουργικό χωροχρόνο της Εκκλησίας, η οποία καθώς τελεί την θεία λατρεία ως Σώμα Χριστού, και έτσι μας αθανατίζει κατά Χάριν με την μετοχή μας στις άκτιστες ενέργειες, έρχεται τώρα, στους καιρούς μας, η σύγχρονη διοίκηση της, η θεσμική και συστημική πλέον Εκκλησία, ουσιαστικά να το απομονώσει από την Θεολογία της αλλά και από αυτήν την ενέργεια της Χάριτος της και να μας πει ότι υπάρχει κίνδυνος κατά τις συνάξεις να ασθενήσουμε από την φθοροποιό ενέργεια της νόσου!!! Η οποία Χάρις -σημειωτέον-  δεν λειτουργεί εικονικά κατά τις συνάξεις αλλά θεουργώντας μερίζεται αμερίστως κατά το ποσό της μεθέξεως ανάλογα με την καθαρότητα καθενός. «Αλλά και όποιος έχει το μικρό και αμυδρό, -καθώς γράφει ο Μύστης της Χάριτος, ο Γρηγόριος ο Παλαμάς- διότι τίποτε δεν είναι εκεί πραγματικά μικρό, και όποιος λοιπόν έχει το μικρό ενώνεται δια μέσου τούτου προς ολόκληρο το θειότατο Φως, διότι εκείνο μερίζεται αμερίστως και όχι όπως τα σώματα. (Αυτό είναι η απάντηση για τον Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως σχετικά με την Αγιότητα όσων εκκλησιάζονται)!!! Γι’ αυτό κατά τον πολύ πάλι στα θεία Μάξιμο, μία ενέργεια υπάρχει του Θεού και των Αγίων, διότι κατά τούτη είναι ενωμένοι με αυτόν (Θεό) οι άγιοι, κατά την υπόσταση όμως δεν είναι· διότι τούτο είναι γνώρισμα μόνο του μοναδικού Χριστού. Επομένως, επειδή κατά τον ίδιο πάλι θεορρήμονα Μάξιμο “ο θεωμένος άνθρωπος κατά την έξι της Χάριτος περιχωρήσας ολικώς τω Θεώ” γίνεται κάθε τι που είναι ο Θεός “πλην της κατ’ ουσίαν ταυτότητος”, παίρνοντας όλον τον ίδιο τον Θεό αντί για τον εαυτό του, ανταλλάσσονται κι’ εδώ καταλλήλως οι ονομασίες. Και ο άνθρωπος που πέτυχε την θέωση καλείται ταιριαστά και από τα δύο, άλλοτε άναρχος και αΐδιος και ουράνιος, όπως λίγο παραπάνω ακούσαμε “δια την χάριν την άκτιστον και αεί ούσαν εκ του αεί όντος Θεού”, άλλοτε καινή κτίσις και νέος άνθρωπος και τα παρόμοια με αυτά “δι’ εαυτόν και την εαυτού φύσιν”, αν και καλείται έτσι μαζί με την συνημμένη Χάρι. Ότι  γεννιώμαστε θείως από τον Θεό μάλλον κατά την Χάρι αλλά δεν κτιζόμαστε, θα το παραστήσει σαφώς ο Μέγας Αθανάσιος, λέγοντας, “αλλοιώς οι άνθρωποι που είναι φύσει κτίσματα δεν θα μπορούσαν να γίνουν υιοί του Θεού, παρά μόνο αν δεχθούν το Πνεύμα του όντος φύσει και αληθινού Υιού· για να συμβεί λοιπόν τούτο, ο Λόγος έγινε σάρκα, ώστε να καταστήσει το ανθρώπινο δεκτικό Θεότητος και να το καλέσει υιόν». (Λόγος Αντιρρητικός Γ΄, 6,14 &15). Το ότι ακόμη η Εκκλησία ως διοίκηση επιμένει να συνεργεί στις κυβερνητικές αποφάσεις για λόγους πρόληψης για οποιαδήποτε ασθένεια σημαίνει την απουσία σοβαρού θεολογικού λόγου που να εκφράζει συστηματικώς την εκκλησιαστική Παράδοση και την δογματική της αλήθεια.

Σχολιάστε αυτό το άρθρο!

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

%d bloggers like this: