Εισήγηση του Βουλευτή Γρεβενών της Νέας Δημοκρατίας, κ. Ανδρέα Πάτση για το Νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης

By on 23/03/2021

Ο Βουλευτής, ως εισηγητής της πλειοψηφίας, τοποθετήθηκε με ομιλία του στη Βουλή την Τρίτη 16 Μαρτίου 2021, σχετικά με το Ν/Σ του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο «Εφαρμογή διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 2017 σχετικά με την εφαρμογή ενισχυμένης συνεργασίας για τη σύσταση της ευρωπαϊκής εισαγγελίας, ρυθμίσεις για τη λειτουργία των δικαστηρίων και άλλες διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης».

Η εισήγηση του Βουλευτή:

«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, οι τρεις πυλώνες του σχεδίου νόμου που θα μας απασχολήσουν, χωρίζονται σε τρεις παραγράφους. Πρώτον, στα άρθρα 1 και 19, που αφορά τους ευρωπαίους εντεταλμένους εισαγγελείς, δεύτερον, στα άρθρα 20 έως 31, όπου διευθετούνται ζητήματα για την επαναλειτουργία των δικαστηρίων μετά την αναστολή λόγω COVID και ζητήματα που αφορούν στη λειτουργία του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων και τρίτον, το άρθρο 32, η παραχώρηση των καταστημάτων κράτησης, το άρθρο 35, η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στον εθνικό μηχανισμό εκπόνησης, παρακολούθησης και αξιολόγησης των σχεδίων δράσης για τα δικαιώματα του παιδιού και τα άρθρα 40 έως 46, με τα οποία εισάγονται οι μεταβατικές και εξουσιοδοτικές διατάξεις, καθώς και ερμηνευτικές ρυθμίσεις για τη καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του νομοσχεδίου. 

Η ίδρυση και σύσταση της ευρωπαϊκής εισαγγελίας, είναι ένας πάρα πολύ σοβαρός θεσμός και αντιμετωπίζεται η εναρμόνιση του δικαίου μας με τα άρθρα από 1 έως 19. Η καταπολέμηση κάθε είδους απάτης σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ε.Ε., μέσω της ποινικής δικαιοσύνης,  είναι πολύ σημαντική, ακόμα και για το μέλλον της ίδιας της Ε.Ε.. Η προστασία των οικονομικών συμφερόντων, είναι και το συμφέρον των ίδιων των κρατών-μελών της. Άρα, με την ευρωπαϊκή εισαγγελία, που το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης εισάγει, εισάγονται διατάξεις για τη καλύτερη εφαρμογή του σχετικού κανονισμού της Ε.Ε., για την εύρυθμη λειτουργία της ευρωπαϊκής αυτής εισαγγελίας, για να μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικότερα το διασυνοριακό έγκλημα. Αλλά ακόμα πιο σημαντικό είναι η ενίσχυση της δικαστικής συνεργασίας της χώρας μας με τα υπόλοιπα κράτη-έθνη. 

Με τις προτεινόμενες διατάξεις, καθορίζονται τα αναγκαία προσόντα, αλλά και ο τρόπος διορισμού του Έλληνα Ευρωπαίου Εισαγγελέα και των Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων, ενώ σύμφωνα με το σχετικό κανονισμό, συστήνεται το γραφείο Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων. Η εμπειρία των υποψηφίων σε ποινικές υποθέσεις οικονομικού εγκλήματος, η επιστημονική τους κατάρτιση, η μετεκπαίδευσή τους στις ποινικές επιστήμες, κατοχή μεταπτυχιακού,— διδακτορικού και λοιποί τίτλοι, αλλά και η εμπειρία στη λειτουργία των θεσμών της Ε.Ε., θα είναι τα κριτήρια για διαφανές και αντικειμενικό πλαίσιο επιλογής. Ο τρόπος και οι όροι, είναι αυξημένων επίσης τυπικών και ουσιαστικών προσόντων, όπως η προϋπηρεσία τουλάχιστον 8 ετών για τους υποψηφίους εισαγγελείς πρώτου βαθμού και 3 χρόνια για τους υποψηφίους εισαγγελείς δευτέρου βαθμού. Τη διενέργεια συνέντευξης αναλαμβάνει το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. 

Στο άρθρο  10, προβλέπεται η σύσταση του γραφείου Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων, λειτουργικό, ανεξάρτητο, ενώ προβλέπεται, επίσης, για να διασφαλίζεται η ταχύτητα, η ασφάλεια η ανταλλαγή πληροφοριών και η ηλεκτρονική διακίνηση εγγράφων.

Με τα άρθρα 11 έως 14, επιλύονται υπηρεσιακά ζητήματα, όπως η άσκηση των καθηκόντων τους σε περίπτωση προαγωγής τους, ζητήματα εξαίρεσης αυτών και ο καθορισμός των προσόντων των υπαλλήλων που θα υπηρετούν στο γραφείο των Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων. 

Με τα άρθρα 15 έως  19, καθορίζεται η αρμοδιότητα του γραφείου. Απλά, υιοθετούμε εδώ τον Κανονισμό 2017/1939. Η χώρα μπαίνει σε μια λογική εναρμονισμού με τα ευρωπαϊκά δεδομένα και θα πρέπει, η συντριπτική πλειοψηφία των κομμάτων, να το χαιρετίσει θετικά. Το πιο θετικό όλων αυτών είναι, ότι οι Ευρωπαίοι Εντεταλμένοι Εισαγγελείς, θα ολοκληρώσουν σε πέντε και σε οκτώ χρόνια, χρόνια γεμάτα δράσεις σε ευρωπαϊκά εγκλήματα κατά της Ε.Ε.. Κατανοούμε όλοι, συνάδελφοι και μη, με τι θα καταπιάνονται και μετά πώς θα γυρίσουν στα ελληνικά δικαστήρια, πώς θα τροφοδοτήσουν με τη γνώση και την εμπειρία, που είναι η προστιθέμενη αξία τους για τη χώρα μας, το επίπεδο και η αντίληψη που θα διανείμουν και θα παραχωρήσουν από  το συναδελφικό τους περιβάλλον, μέχρι τις αίθουσες που θα παρέχουν το δέος και το σκεπτικισμό όσων έμαθαν, αυτό που εμείς ονομάζουμε, στο ευρωπαϊκό πεζοδρόμιο. 

Με το κεφάλαιο Β’, που είναι τα άρθρα από 20 έως 31, διευθετούνται ζητήματα για την επαναλειτουργία των δικαστηρίων, μετά φυσικά την αναστολή των εργασιών τους λόγω COVID, καθώς και ζητήματα που αφορούν στη λειτουργία των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων. 

Ξεκινώντας από το άρθρο 20, που αφορά τη διάταξη για την επαναλειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων, σε περίπτωση που η συζήτηση υπόθεσης οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας και οποιασδήποτε διαδικασίας δεν εκφωνήθηκε κατά τη διάρκεια ισχύος των ΚΥΑ, με τις οποίες ανεστάλη η λειτουργία των δικαστηρίων, ορίζεται αυτεπαγγέλτως με πράξη του προϊσταμένου του δικαστηρίου ή του προέδρου του τμήματος, μέρα και ώρα συζήτησης στο ακροατήριο στην πλέον σύντομη διαθέσιμη δικάσιμο. 

Εδώ, θα ήθελα να κάνω μια μικρή αναφορά σε όσα ακούστηκαν από τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου, αλλά και από συναδέλφους της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, στο ότι τα δικαστήρια παραμένουν κλειστά επί μακρό χρονικό διάστημα και βεβαίως, τα προβλήματα τα οποία δημιουργούνται, τόσο στο θέμα της απονομής δικαιοσύνης, όσο βεβαίως και στη τάξη των δικηγόρων στα οικονομικά τους. Επειδή βρισκόμαστε σε μία κρίσιμη καμπή, σε μία περίοδο αρκετά δύσκολη και είναι γεγονός, ότι υπάρχει μία κόπωση σε όλα τα επίπεδα και σε όλα τα πεδία και προφανώς υπάρχει μια καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης και προφανώς πλήττονται τα εισοδήματα πολλών κοινωνικών και παραγωγικών τάξεων, παρότι η κυβέρνηση συνεχώς δίδει και καινούργια μέτρα για να ανακουφίσει τα εισοδήματα αυτά, θα πρέπει, σε αυτό το σημείο, να προσέξουμε να μην, αν θέλετε, λαϊκίζουμε,  αλλά θα πρέπει, εμείς, ως εκπρόσωποι του Κοινοβουλίου, να είμαστε πολύ πιο προσεκτικοί στο πώς αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα αυτό, το οποίο είναι πανδημικό και το τι ζητήματα υγείας μπορούν να προκύψουν σε οποιοδήποτε ενδεχόμενο στο μέλλον και αν θέλετε, να δίνουμε και το παράδειγμα πρώτοι, με τη θέση μας και τοποθέτησή μας, η οποία θα πρέπει να είναι κάθετη, ότι πρώτα απ’ όλα η υγεία και όλα τα άλλα έρχονται και θα γίνουν από την αρχή.

Αύξηση οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης. 

Γνωρίζετε όλοι μέσα από το νομοσχέδιο για τις αυξήσεις των οργανικών θέσεων, των Αρειοπαγειτών, των αντιεισαγγελέων και ούτω καθεξής. 

Όλα αυτά εντάσσονται σε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, δεν γίνονται ούτε περιπτωσιολογικά, ούτε τυχαία. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει δώσει 65 νέες θέσεις δικαστικών λειτουργών και επίσης, με αυτό το Υπουργείο Δικαιοσύνης προσλήφθηκαν πάνω από 100 δικαστικοί υπάλληλοι και αναμένονται, εντός των επόμενων ημερών, να περάσουν τον αριθμό των 200. 

Αυτά είναι θέματα τα οποία είχαν δρομολογηθεί εδώ και πάρα πολύ καιρό, με πολύ μεγάλο αγώνα του Υπουργού και του Υπουργείου Δικαιοσύνης, προκειμένου να ενισχύσουν τη λειτουργία της δικαιοσύνης, του συστήματος, αλλά και του θεσμού. Με λόγο, με σοβαρότητα και με κάθε συνέπεια.

Πάμε στο άρθρο 23, για το οποίο έχει γίνει πάρα πολύς λόγος. Θα ξεκινήσω λέγοντας τα εξής, που εμείς οι νομικοί το ξέρουμε, αλλά δεν το τηρούμε. Είναι μια αρχαία ρήση. Ουκ εν τω πολλώ το ευ. 

Συνεπώς, γίνεται μια συζήτηση – κατά την άποψη μου – η οποία στην πραγματικότητα δεν έχει κανένα αντικείμενο και είναι απλά μια αντιπολιτευτική τακτική, η οποία δεν μπορώ να καταλάβω και ως δικηγόρος, αλλά και ως βουλευτής για ποιο λόγο συνέχεια γυρνάμε γύρω από το ίδιο θέμα. 

Θα μπορούσα να σας αναφέρω πλείστα όσα παραδείγματα από χώρες του εξωτερικού, είτε ευρωπαϊκές χώρες, είτε στην Αμερική, για τον τρόπο που απονέμεται δικαιοσύνη, για τα δικόγραφα για τις σελίδες των δικογράφων και ούτω καθεξής. 

Θα διαπιστώσετε, για παράδειγμα, γιατί μίλαγαν σήμερα το πρωί με τις Βρυξέλλες, ότι μια προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο – που αντιλαμβάνεστε το βαθμό της δυσκολίας και το πόσο σοβαρά είναι τα θέματα τα οποία τίθενται ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου – δεν υπερβαίνει τις 25 με 30 σελίδες. 

Νομίζω, λοιπόν, ότι η συζήτηση γύρω από τις σελίδες δεν είναι η ουσία. Όμως, υπάρχει και μια παραπλάνηση όσον αφορά στο θέμα αυτό και την άκουσα και από συναδέλφους στη βουλή, αλλά και από τον αξιολογότατο, τον κύριο πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου, τον κύριο Βερβεσό. Η διάταξη δεν είναι απαγορευτική. Δεν βάζει στην πραγματικότητα κόφτη. Η διάταξη λέει ότι αιτιολογημένα μπορεί να είναι περισσότερες από 30 σελίδες και αυτό να γίνει δεκτό. 

Άρα λοιπόν, εάν κριθεί, μπορεί να υπάρχει το εύρος πέραν των 30 σελίδων, χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα. Αν όμως δεν είναι δικαιολογημένο, τι προβλέπει; Δεν υπάρχει απαράδεκτο. Πρέπει να το καταλάβουμε αυτό. Το μόνο το οποίο υπάρχει – και δεν είναι σαν ποινή, διότι στα δικαστήρια δεν υπάρχουν ποινές σε ό,τι αφορά στις αστικές δίκες ή τις διοικητικές – είναι, εάν χαθεί η δίκη, να είναι ουσιαστικά το τριπλάσιο παράβολο. Εάν λοιπόν κάποιος έχει πίστη στο δίκαιο και στα δικαιώματα τα οποία θέλει να διεκδικήσει, νομίζω ότι αυτό δεν θα είναι απαγορευτικό να προχωρήσει σε ένα δικόγραφο των 30,  40,  50 ή πεντακοσίων σελίδων, αν πιστεύει ότι το δίκιο του, με αυτόν τον τρόπο, μπορεί να αποτυπωθεί ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και βεβαίως, να αναλάβει και το κόστος αυτής της κίνησης του. Κάτι που νομίζω σε όλα τα δικαστήρια τα ευρωπαϊκά γίνεται και είναι κοινός τόπος. 

Αυτό όμως που επιχειρείται εδώ πέρα είναι μια παραπλάνηση, ότι με το παρόν Νομοσχέδιο επιχειρείται να μπει ένας κόφτης και να στερηθεί ο διάδικος τα νόμιμα δικαιώματά του. Προφανώς και δεν στερείται τα νόμιμα δικαιώματά του. Και που είναι η παραπλάνηση. Μου θυμίζει, κύριε Καλαματιανέ, μια διαφήμιση μιας εφημερίδας, η οποία έχει βγει τώρα, που λέει: «με ένα ευρώ παίρνεις κουπόνι των 50, στην πίσω σελίδα λέει ότι για να το πάρεις πρέπει να μπεις σε κλήρωση και πιο πίσω λέει, άμα αγοράσεις και προϊόντα. 

Ξέρετε, δεν είναι έτσι το νομοσχέδιο. Και θα πρέπει να το αποτυπώσουμε στην πραγματική του διάσταση, η οποία είναι σαφέστατη. Κανένας κόφτης. Δεν νομίζω ότι η ποσότητα είναι αυτή η οποία μπορεί να επηρεάσει ένα δικαστή ή να δώσει – αν θέλετε – περισσότερο δίκιο σε κάποιον.

Να σας πω και κάτι άλλο – μιας και τα κουβεντιάζουμε αυτά τα θέματα και προφανώς θα έπρεπε κάποια στιγμή τα θέματα, γενικότερα του θεσμού της δικαιοσύνης να τα συζητήσουμε, σε ένα πλαίσιο αναμόρφωσης, γιατί και εγώ δικηγόρος είμαι – θέλω να ξέρετε ότι για παράδειγμα στην Αμερική, στις αστικές δίκες, όταν έχουν τελειώσει, ας το πούμε, όλες οι διαδικασίες, υπάρχει ένας δικαστής – προ δικαστηρίου θα το λέγαμε έτσι – ο όποιος λέει στους διαδίκους ότι εγώ, κατά την κρίσιμη μου πιστεύω θα κερδίσεις ή θα χάσεις. Δεν σου απαγορεύει να πας στον φυσικό δικαστή με ενόρκους, αλλά σου λέει το εξής, ότι θα πληρώσεις ως αποζημίωση, αν χάσεις, το 35% του επιδικασθέντος ποσού. 

Βεβαίως πρέπει να υπάρχει ένα όριο και δεν νομίζω, σε καμία περίπτωση, ότι αυτό επηρεάζει ή μειώνει τα δικαιώματα των διαδίκων. Ούτε μας στερεί από νομικούς ισχυρισμούς.

Θα προχωρήσω πιο γρήγορα επειδή ήθελα να παραμείνω γιατί αυτό ήταν ένα άρθρο, το οποίο μας απασχόλησε πάρα πολλούς.

Στο άρθρο 27 που αφορά τη χρήση των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών. Νομίζω ότι τώρα είναι η ώρα για τα βήματα των μεταρρυθμίσεων και του εκσυγχρονισμού και πρέπει να κινηθούμε στη νέα εποχή και στα νέα απαιτούμενα όπως το e-book πόσα θέματα έχει λύσει και σε χρόνο και σε χρήμα. Έτσι λοιπόν νομίζω και το e-justice, το οποίο συμβαίνει παντού πλέον στην Ευρώπη, όσα μέτρα και να πάρουμε, όσο επιπλέον κόσμο και να πάρουμε αντιλαμβάνεστε ότι αυτό δεν θα είναι η λύση του προβλήματος, αλλά αυτό που επεξεργαζόμαστε σήμερα θα φέρει πραγματικά τη λύση. 

Το άρθρο 32 για την παραχώρηση της κυριότητας νομίζω ο Υπουργός απάντησε, κυρία Γιαννακοπούλου, ότι τα έσοδα για τα οποία μιλάμε είναι στην πραγματικότητα χρήματα που έρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση για ανακαινίσεις και συνεπώς επειδή δεν θέλουμε να χαθούμε έγινε αυτή η διατύπωση.

Στο άρθρο 35 έχουμε τη σύνθεση του Εθνικού Μηχανισμού Εκπόνησης, Παρακολούθησης και Αξιολόγησης των Σχεδίων Δράσης για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και μέσα στην απόφαση αυτή αναφέρεται. 

Νομίζω ότι το νομοσχέδιο αυτό εναρμονίζεται πλήρως με τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Νομίζω ότι είναι ένα νομοσχέδιο που όπως είπε ο κ. Υπουργός βάζει το λιθαράκι στο να εκσυγχρονίσουμε την ελληνική δικαιοσύνη. Πρέπει ο Έλληνας δικηγόρος να αρχίσει να γίνεται πραγματικά ένας ευρωπαίος δικηγόρος και να μην μείνουμε στις λογικές της δικηγορίας τη δεκαετίας του ΄50, του ΄60 και του ΄70 που θυμάστε ότι «με ένα φάκελο παιδί μου εγώ σε έζησα. Τι θα κάνεις τώρα που τον έκλεισες;». 

Εγώ συντάσσομαι πλήρως με το νομοσχέδιο αυτό, το υπερψηφίζω και νομίζω ότι αυτό θα πρέπει και όλοι οι συνάδελφοι να το ακολουθήσουν, εφόσον ακολουθήσουμε τον δρόμο της λογικής και ότι όλοι αγωνιζόμαστε για μια πραγματική αναβάθμιση και αναδιάρθρωση αυτού που λέγεται «δικαιοσύνη». Σας ευχαριστώ πολύ.»

 

Σχολιάστε αυτό το άρθρο!

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

%d bloggers like this: